Η επιγονατίδα είναι το μεγαλύτερο σησαμοειδές οστό του σώματός μας και βρίσκεται στην πρόσθια επιφάνεια του γόνατος. Βρίσκεται ανάμεσα στον τένοντα του τετρακεφάλου μυός και στον επιγονατιδικό τένοντα, ο οποίος καταφύεται στο κνημιαίο κύρτωμα, στην άνω επιφάνεια της κνήμης. Η επιγονατίδα λειτουργεί ως μοχλοβραχίονας και αυξάνει την ακτίνα στρέψης του εκτατικού μηχανισμού του τετρακεφάλου, γεγονός που οδηγεί σε μεγαλύτερη τάση και ευκολότερη έκταση του γόνατος. Η οπίσθια επιφάνεια της επιγονατίδας αποτελείται από χόνδρο και ολισθαίνει μέσα στην πρόσθια αύλακα του άπω μηριαίου οστού, τη μηριαία τροχιλία. Η άρθρωση που σχηματίζεται μεταξύ της οπίσθιας επιφάνειας της επιγονατίδας και της μηριαίας τροχιλίας ονομάζεται επιγονατιδομηριαία άρθρωση.

Η ομαλή κύλιση της επιγονατίδας μέσα στη μηριαία τροχιλία διασφαλίζεται από την ύπαρξη ισχυρών συνδέσμων, με κυριότερο τον έσω επιγονατιδομηριαίο σύνδεσμο, την ύπαρξη δυνατού μυϊκού συστήματος στην εσωτερική πλευρά της επιγονατίδας, τη μορφολογία της μηριαίας τροχιλίας και τη σωστή ανατομία γόνατος.

Η ύπαρξη αποκλίσεων σε αυτές τις ανατομικές δομές οδηγεί σε αστάθεια της ομαλής κύλισης της επιγονατίδας, σε χονδροπάθεια της επιγονατίδας και σε μία επαναλαμβανόμενη φλεγμονή του γόνατος.

Ως εξάρθρημα της επιγονατίδας ονομάζεται η παρεκτόπιση της επιγονατίδας σε σχέση με τη μηριαία τροχιλία, σχεδόν πάντα προς τα έξω. Η ανάταξη της επιγονατίδας γίνεται αυτόματα με άμεση έκταση του γόνατος. Το εξάρθρημα συμβαίνει συνήθως σε νεαρούς ασθενείς και οφείλεται είτε σε άμεση πλήξη της έσω επιφάνειας του γόνατος σε αθλήματα επαφής, είτε σε απότομη στροφή του γόνατος προς τα έξω. Στις ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει μια προδιάθεση εξαιτίας κάποιας συνοδής ανατομικής απόκλισης. Όταν το εξάρθρημα επαναλαμβάνεται συχνά, πολλές φορές χωρίς την ύπαρξη κάποιου ιδιαίτερου εξωγενούς παράγοντα, τότε ονομάζεται επαναλαμβανόμενο, καθ΄έξιν, χρόνιο ή υποτροπιάζον.

Οι κυριότερες αιτίες που οδηγούν σε εξάρθρημα επιγονατίδας είναι:

  • Η υψηλή θέση της επιγονατίδας ( Patella alta)
  • Η αυξημένη στροφή της κνήμης σε σχέση με τη μηριαία τροχιλία. Στην περίπτωση αυτή υπολογίζεται η απόσταση μεταξύ του κυρτώματος της κνήμης (Tibial Tuberosity TT) και της μηριαίας τροχιλίας (Trochlear Groove), η λεγόμενη απόσταση TTTG. Η απόστασαη αυτή μετράται με ειδική τεχνική μέσω μαγνητικής ή αξονικής τομογραφίας.
  • Η δυσπλασία της μηριαίας τροχιλίας. Στην περίπτωση αυτή η μηριαία τροχιλία είναι πιο ρηχή προδιαθέτοντας ευκολότερα σε εξάρθρημα.
  • Η αυξημένη κλίση της επιγονατίδας προς τα έξω (lateral patellar tilt) εξαιτίας ανεπάρκειας των έσω καθεκτικών συνδέσμων.
  • Η ύπαρξη στροφικού λάθους του γόνατος
  • Η ύπαρξη βλαισού γόνατος

Η αντιμετώπιση του εξαρθρήματος εξαρτάται από τη βαρύτητα του τραυματισμού και την ύπαρξη συνοδών βλαβών. Πολύ σημαντική είναι η κλινική εξέταση, η ακτινογραφία του γόνατος για τον έλεγχο των οστικών δομών και η διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας για τον έλεγχο των μαλακών μορίων.

Πολύ συχνά κατά το πρώτο εξάρθρημα υπάρχει, πέρα από τη ρήξη του έσω θυλάκου του γόνατος και των έσω καθεκτικών συνδέσμων, συνοδή βλάβη του χόνδρου της έσω επιφάνειας της επιγονατίδας, του χόνδρου του έξω μηριαίου κονδύλου και ενδοχομένως ελεύθερα σωμάτια στην άρθρωση. Στην περίπτωση αυτή ενδείκνυται η χειρουργική θεραπεία με αρθροσκόπηση του γόνατος, αρθροσκοπικά βοηθούμενη συρραφή του έσω θυλάκου του γόνατος, αφαίρεση των ελεύθερων σωματίων και θεραπεία των χόνδρινων βλαβών του γόνατος.

Σε επαναλαμβανόμενο εξάρθρημα επιγονατίδας απαιτείται ανάλογα με την αιτία του εξαρθρήματος η αρθροσκοπικά υποβοηθούμενη ανακατασκευή του έσω επιγονατιδομηριαίου συνδέσμου (Medial PatelloFemoral Ligament, MPFL), χρησιμοποιώντας τη στατική είτε τη δυναμική μέθοδο, ή η μεταφορά του κνημιαίου κυρτώματος προς τα κάτω και έσω.

Κατά την ανακατασκευή του έσω επιγονατιδομηριαίου συνδέσμου (MPFL) με στατική μέθοδο γίνεται λήψη του τένοντα του ισχνού μυός από την οπίσθια έσω πλευρά του μηρού και τοποθετείται στην έσω και άνω 1/3 επιφάνεια της επιγονατίδας, έλκοντας την επιγονατίδα προς την έσω επιφάνεια του μηριαίου οστού. Κατά τη δυναμική μέθοδο ανακατασκευής καθηλώνεται ο τένοντας είτε του ισχνού είτε του ημιτενοντώδους μυός στην έσω και άνω 1/3 επιφάνεια της επιγονατίδας, γεγονός που οδηγεί κατά την κάμψη σε τάση της επιγονατίδας προς τα έσω. Τέλος, κατά τη μεταφορά του κνημιαίου κυρτώματος γίνεται μετάθεση της κατάφυσης του επιγονατιδικού τένοντα μετά από οστεοτομία προς τα κάτω και έσω, προκειμένου να είναι ομαλότερη η κύλιση της επιγονατίδας μέσα στη μηριαία τροχιλία.

Μετεγχειρητικά χορηγείται στον ασθενή συγκεκριμένο μετεγχειρητικό πρωτόκολλο με λειτουργικό μηροκνημικό νάρθηκα που εξασφαλίζει την κάμψη του γόνατος έως συγκεκριμένες, με προοδευτική αύξηση της κάμωης του γόνατος. Στην ανακατασκευή του έσω επιγονατιδομηριαίου συνδέσμου (MPFL) είναι δυνατή η άμεση φόρτιση του γόνατος και του κάτω άκρου από την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα. Κατά τη μετάθεση του κνημιαίου κυρτώματος ακολουθείται εξαιτίας της οστεοτομίας μερική φόρτιση του γόνατος για ορισμένες εβδομάδες, με προοδευτική αύξηση της φόρτισης. Παράλληλα οι ασθενείς λαμβάνουν αναλυτικό πρόγραμμα αποθεραπείας, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων αντιπηκτική αγωγή και χρήση ειδικών αντιθρομβωτικών καλτσών για την αποφυγή της εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης.

Κύλιση στην κορυφή